Το Μυστήριο της Ιεροσύνης είναι θείο αξίωμα, διότι όχι κυρίως άνθρωποι, αλλ’ ο Θεός διά μέσου ανθρώπων, των επισκόπων, καλεί και καθιερώνει στην Εκκλησία του τους λειτουργούς του. Όταν ο Παύλος κάλεσε στη Μίλητο τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου για να τους συστήσει πλήρη επαγρύπνηση πάνω στη ζωή και πορεία των Χριστιανών τους, τους είπε· “Προσέχετε εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω, εν ώ υμάς το Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού” (Πράξ. κ’ 28). Θεόσδοτο, λοιπόν, θείο αξίωμα και όχι κοσμικό. “Και η Ιεροσύνη τελείται επί της γης, όπως λέει ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τάξιν δε επουρανίων έχει πραγμάτων”. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να σπεύδει ο άνθρωπος στο αξίωμα αυτό, στην Ιεροσύνη, αλλά να περιμένει, είτε δι’ εσωτερικής κλίσεως, η οποία δεν είναι πάντοτε ασφαλής, είτε διά προσώπων εκλεκτών του και καλών περιστάσεων να τον καλέσει ο Θεός στην ύψιστη διακονία. Και είναι μεν αληθές, ότι θεόπνευστο και άξιο προσοχής το θείο λόγιο του Παύλου· “ει τις επισκοπής ορέγεται, καλού έργου επιθυμεί” (Α’ Τιμόθ. γ’ 1). Αλλά θεόπνευστος πάλι λόγος του Παύλου είναι και το “ουχ εαυτώ τις λαμβάνει τιμήν (της Ιεροσύνης), αλλά καλούμενος υπό του Θεού, καθάπερ και Ααρών” (Εβρ. Ε’ 4). Να μη σπεύδει λοιπόν κανείς και πολύ περισσότερο να μη χρησιμοποιεί μέσα και δωροδοκίες, οπότε καταντά και “σιμωνιακός” και επομένως ανάξιος της τιμής και χάρης. Εκείνοι που αναλαμβάνουν την ευθύνη της χειροτονίας του υποψηφίου “εξετάζειν πρότερον χρη του χειροτονουμένου τον βίον, είθ’ ούτω καλείν επ’ αυτόν την χάριν του Αγίου Πνεύματος”. Όπως έκαναν οι άγιοι Απόστολοι προκειμένου να εκλέξουν τους επτά διακόνους. Κάλεσαν το πλήθος των πιστών και τους είπαν· “Επισκέψασθε άνδρας εξ υμών μαρτυρουμένους επτά (εξετάστε να βρείτε επτά άνδρες από σας)” (Πράξ. στ’ 3). Με καλή μαρτυρία δηλαδή, πιστούς, σεμνούς, αγίους, άξιους της χάρης και διακονίας αυτής. Διότι μόνο οι άγιοι και οι άξιοι πρέπει να εκλέγονται και να προάγονται στους βαθμούς της Ιεροσύνης (1).
Η Ιεροσύνη είναι Μυστήριο στο οποίο προσέρχεται κάποιος κατοπιν θείας κλήσεως. Το μυστήριο της Ιεροσύνης είναι θεοσύστατο και αυτό, δηλαδή ο ίδιος ο Κύριος το συνέστησε. Και το συνέστησε και όταν ξεχώρισε τους Δώδεκα Αποστόλους του, για να αποτελούν αυτοί το άμεσο περιβάλλον του και γίνουν έπειτα οι διάδοχοι και συνεχιστές του έργου του. Κυρίως όμως όταν τους μετέδιδε μετά την Ανάστασή του καθώς και την ημέρα της Πεντηκοστής το Άγιο Πνεύμα του και τους παρέδιδε την εξουσία της άφεσης των αμαρτιών, όπως είδαμε στο μυστήριο της μετάνοιας, η οποία ήταν αυτή η εξουσία της ιεροσύνης. Το ίδιο ακόμη έκαναν κατόπιν προς διαδοχή δική τους οι άγιοί του Απόστολοι· “χειροτονήσαντες αυτοίς πρεσβυτέρους κατ’ εκκλησίαν και προσευξάμενοι μετά νηστειών παρέθεντο αυτούς τω Κυρίω, εις όν πεπιστεύκασι” (Πράξ. ιδ’ 23).

...Τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι... Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην α΄ 1 – 17
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. πάντα δι' αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἕν ὃ γέγονεν. ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν. Ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρὰ Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ Ἰωάννης· οὗτος ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσιν δι' αὐτοῦ. οὐκ ἦν ἐκεῖνος τὸ φῶς, ἀλλ' ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός. Ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον, ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι' αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. εἰς τὰ ἴδια ἦλθεν, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον. ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκὸς, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρὸς, ἀλλ' ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν. Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας. Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγεν λέγων· Οὗτος ἦν ὃν εἶπον, Ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος· ὅτι ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο.